ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΣΑΪΤΟΥΡΙΔΗΣ

Μοιάζει εύκολο, σχεδόν αυτονόητο να λάβει κανείς ως σημείο αφετηρίας το λόγο των υποκειμένων, προκειμένου να αναλύσει τη νομική και πολιτική συγκυρία. Τα «Δεκεμβριανά 2008» υπήρξαν, από την άποψη αυτή, συν τοις άλλοις εξαιρετικά «ομιλητικά», σε ορισμένες περιπτώσεις στα όρια της φλυαρίας: αδιάκοπες καταγγελίες κατά της αστυνομικής βίας, καλέσματα για αντίσταση και, οπωσδήποτε, ένας «υστερικός» καθολικός νομικός λόγος από την πλευρά της αυτοανακηρυχθείσας πρωτοπορίας. Λόγος για την εκδίκηση, για το δίκιο της επανάστασης, για το δικαίωμα στο αύριο, για την πραγματική δικαιοσύνη και βέβαια λόγος κατά της «εξουσίας»…. Τίποτε πρωτότυπο, τίποτα νέο …από ένα σημείο και μετά. Επανάληψη, στην πραγματικότητα, της καθημερινής πρακτικής αρκετών, τόσο από τους «επαναστάτες», όσο και από τους «βολεμένους»: αφού μιλάς, όσο το δυνατόν περισσότερο, για το καθολικό, για την επανάσταση και τη δικαιοσύνη, τόσο πιο επαναστάτης και δίκαιος είσαι.

Θα πρότεινα να αποφύγουμε αυτήν την έντεχνη ταύτιση συνείδησης και είναι, η οποία συχνά στην πράξη θα διαμεσολαβηθεί αναγκαία από την προσφυγή στην άκριτη βία, και να εκκινήσουμε από τα «σώματα» των υποκειμένων. Στη σκιά και κάτω από την εκκωφαντική ομιλία των παραδοσιακών κέντρων της Αθήνας (και της «πρωτοπορίας» της ελληνικής συνείδησης), μια ομάδα εργαζομένων (που καθαρίζουν, ανάμεσα σε άλλα, τους υπολογιστές, τα σπίτια και τα γραφεία όλων εκείνων που ζουν στο προσκήνιο), και μια δυναμική συνδικαλίστρια από ξεχασμένες γειτονιές άρθρωναν πεισματικά, δυναμικά και πρόσωπο με πρόσωπο με τους αντιπάλους τους έναν λόγο μερικό, χωρίς καθολικότητα. Ο λόγος τους φαινομενικά προσανατολισμένο στο πλέον «ενδεές» των ιδανικών: την εφαρμογή μιας εγκυκλίου. Ασφαλώς θα παρέμενε στα ψιλά γράμματα ο λόγος του συνδικαλισμού, ο οποίος, όμως, επειδή ακριβώς εκφερόταν συστηματικά, σε οργανωμένες επίμονες πρακτικές και πρόσωπο με πρόσωπο διεκδικήσεις, μονότονα και βαρετά – «εφαρμόστε το νόμο και το σύνταγμα, ίσα για όλους τους συναδέλφους» - αποδείχθηκε εξαιρετικά επικίνδυνος. Ο τρόπος που ο λόγος συνδέθηκε με την εκφορά του, στο πρόσωπο και τη δράση της Κωνσταντίνας Κούνεβα, με την αδιαπραγμάτευτη εμμονή της στην ισότητα και στην καταβολή των νομίμων αποδοχών, ήταν τόσο ανατρεπτικός και ριζοσπαστικός που μόνο με τη στόχευση στην εκφορά / στο πρόσωπο μπορούσε να διακοπεί.

Ο λόγος της Κούνεβα, ακόμα και μετά το αποτρόπαιο έγκλημα, (θα έπρεπε) να συνεχίζει να μας αφήνει άναυδους: όπως είπε νοσηλευόμενη, αγωνίστηκε πάνω από όλα για τις συναδέλφους της και «ντρέπεται» στο άκουσμα των σεναρίων που κυκλοφόρησαν με προτάσεις κομμάτων για εκλόγιμη θέση στην ευρωβουλή. Καμία διάθεση για άρθρωση καθολικού λόγου, καμία επιθυμία για παρέμβαση στην πολιτική πραγματικότητα, μόνο η διεκδίκηση του προσωπικού 114.

Ας μου επιτραπεί να διαγνώσω: να εφαρμοστεί ο νόμος (η εργατική νομοθεσία), να τηρηθεί το σύνταγμα – εδώ η δικαιοσύνη. Αυτό το πιο ενδιαφέρον, το πιο κρίσιμο, το συγκεκριμένο διακύβευμα: πότε έχουμε τήρηση και εφαρμογή του συντάγματος. Το κρίσιμο ερώτημα: τι είναι καταστρατήγηση / καταδολίευση των νόμων και του συντάγματος και πότε αυτή καθίσταται «πραγματικό» σύνταγμα. Και η καλύτερη κοινωνία, η ουτοπία, η συνταγματική δικαιοσύνη; Ας ξεκινήσουμε από τη διεκδίκηση της κυριαρχίας, την κατάφαση της εξουσίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: