Θέσπιση ατομικών ρυθμίσεων πολεοδομικού περιεχομένου ως άσκηση πολιτικής εξουσίας με τυπικό νόμο και δικαστικός έλεγχος

Βασιλική Χρήστου, Δ.Ν., Δικηγόρος

Η συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της διάκρισης των εξουσιών νοείται ως οργανική και ως λειτουργική. Η οργανική διάκριση των εξουσιών συνίσταται στο ότι υπάρχουν διακριτά νομοθετικά, εκτελεστικά και δικαστικά όργανα. Η λειτουργική διάκριση των εξουσιών σημαίνει ότι οι κρατικές πράξεις διακρίνονται αναλόγως του περιεχομένου τους σε νομοθετικές (με αντικείμενο τη θέση κανόνων δικαίου), εκτελεστικές (με αντικείμενο την εκτέλεση των νόμων ή τη θέσπιση διοικητικών απλώς κανόνων) και δικαστικές (με αντικείμενο την επίλυση διαφορών ή την επιβολή ποινών).[1] Η οργανική συμπίπτει με τη λειτουργική διάκριση των εξουσιών, όταν τα νομοθετικά όργανα εκδίδουν τις νομοθετικές πράξεις, τα εκτελεστικά όργανα προβαίνουν στις διάφορες εκτελεστικές υλικές ή νομικές ενέργειες και τα δικαστικά όργανα δικάζουν. Το Σύνταγμα πρόβλεπει κάποιες ρητές εξαιρέσεις από τη διάκριση των εξουσιών, όπως είναι για παράδειγμα η άσκηση δικαστικών αρμοδιοτήτων από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στην περίπτωση απονομής χάριτος. Συχνότερα όμως το Σύνταγμα προβλέπει τη λειτουργική συνεργασία των διακριτών μεταξύ τους οργάνων. Έτσι, ενώ η ψήφιση των νόμων γίνεται από τη Βουλή, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας τους εκδίδει και τους δημοσιεύει. Ενώ η νομοθετική αρμοδιότητα ανήκει στη Βουλή, η Βουλή μπορεί να εξουσιοδοτεί, κατά τους ειδικότερους όρους του άρθρου 43 Συντ., την διοίκηση να προβαίνει στη θέσπιση κανονιστικών ρυθμίσεων κοκ. Με αυτόν τον τρόπο το Σύνταγμα μεθοδεύει τον αμοιβαίο έλεγχο των εξουσιών μέσα από την υποχρέωσή τους να συμπράξουν για την τέλεση μιας κρατικής ενέργειας.[όλο το κείμενο]


* Το παρόν κείμενο αποτελεί συνοπτική παρουσίαση της προφορικής εισήγησης στο συμπόσιο ομίλου Μάνεση (Σύρος 2009).

[1] Αριστόβουλος Μάνεσης, Αι εγγυήσεις τηρήσεως του Συντάγματος, ΙΙ, 1960, 357.

Δεν υπάρχουν σχόλια: