Το «πολιτικό στοιχείο» της εκλογής Προέδρου
Από τον Χαράλαμπο Ανθόπουλο, επίκουρο καθηγητή στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο
ΕΘΝΟΣ 1/7/2009
Το ζήτημα της αλλαγής του τρόπου εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας απασχόλησε τόσο τη Βουλή του 1996, η οποία διαπίστωσε με πλειοψηφία 161 ψήφων την ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 32 Συντ., όσο και την Αναθεωρητική Βουλή του 2000, στην οποία δεν επιτεύχθηκε τελικά η απαιτούμενη πλειοψηφία των 180 ψήφων για την αναθεώρησή του. Ετσι, το άρθρο 32 Συντ., το οποίο φαίνεται ότι θα αναδειχθεί σε κλειδί των πολιτικών εξελίξεων, παρέμεινε ως είχε στο συνταγματικό κείμενο.
Το παράδοξο είναι ότι το ΠΑΣΟΚ, το οποίο έχει ήδη καταστήσει σαφές ότι θα αξιοποιήσει τη δυνατότητα που του παρέχει το άρθρο 32 Συντ. για να προκαλέσει πρόωρες εκλογές, στη Βουλή του 2000 είχε προτείνει την αναθεώρηση του εν λόγω άρθρου, για να μη χρησιμοποιείται η καταψήφιση του υποψηφίου Προέδρου ως τρόπος διάλυσης της Βουλής, ενώ αντίθετα η Νέα Δημοκρατία, η οποία σήμερα εγκαλεί το ΠΑΣΟΚ για καταχρηστική χρήση του άρθρου 32 Συντ., είναι η ίδια που εμπόδισε την αναθεώρησή του. Η αλήθεια είναι ότι τόσο η πρόταση του ΠΑΣΟΚ όσο και εκείνη της Νέας Δημοκρατίας είχαν περισσότερα μειονεκτήματα από αυτά που παρουσιάζει η ρύθμιση του άρθρου 32 Συντ.
Η πρόταση του ΠΑΣΟΚ ήταν να μη διαλύεται η Βουλή μετά την τρίτη άκαρπη ψηφοφορία στην οποία απαιτούνται 180 ψήφοι, αλλά να επαναλαμβάνονται οι ψηφοφορίες έως ότου επιτευχθεί η αυξημένη αυτή πλειοψηφία. Επειδή μια τέτοια πλειοψηφία δύσκολα θα μπορούσε να είναι μονοκομματική, η πρόταση αυτή διασφάλιζε την εκλογή ενός προσώπου που θα συγκέντρωνε τη συναίνεση μεγάλου μέρους του πολιτικού συστήματος. Πλην όμως, υπήρχε ο κίνδυνος να αποβαίνουν συνεχώς άκαρπες οι ψηφοφορίες και η πολιτική ζωή να περιστρέφεται επί μακρόν γύρω από το παιχνίδι της προεδρικής εκλογής. Η πρόταση της Νέας Δημοκρατίας ήταν η άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, η οποία όμως θα αποδυνάμωνε ουσιωδώς τον υπερκομματικό του ρόλο και θα είχε απρόβλεπτες συνέπειες στον κοινοβουλευτικό χαρακτήρα του πολιτεύματος.
Εν συγκρίσει προς τις προτάσεις αυτές, νομίζουμε ότι είναι καλύτερη η ισχύουσα ρύθμιση. Χωρίς αμφιβολία, η ρύθμιση αυτή αφήνει στις πολιτικές δυνάμεις ένα περιθώριο ελεύθερης πολιτικής αξιολόγησης σχετικά με τη σκοπιμότητα ολοκλήρωσης ή πρόωρης λήξης της κοινοβουλευτικής περιόδου.
Αυτό το αναπόφευκτο «πολιτικό στοιχείο» της προεδρικής εκλογής -με βάση το ισχύον άρθρο 32 Συντ.- το επεσήμανε με τη χαρακτηριστική του ευθύτητα ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης:
«Από την ώρα που το Σύνταγμα... προβλέπει τη δυνατότητα, επ ευκαιρία της εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας, να οδηγηθεί η χώρα στις εκλογές, είναι βέβαιον... ότι όλα τα κόμματα θα κάνουν χρήση αυτής της δυνατότητας, αν πολιτικά πιστεύουν ότι μπορούν να οδηγήσουν τον τόπο σε εκλογές. Ολα τα υπόλοιπα που λέγονται είναι ανάξια σοβαρής συζήτησης. Οτι δήθεν παραβιάζουμε το Σύνταγμα, ότι δήθεν υποβιβάζουμε τον θεσμό». (Πρακτικά της Επιτροπής Αναθεώρησης του Συντάγματος, Αθήνα, 2000, σ. 280).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου