Ελευθεροτυπία, Τετάρτη 22 Ιουλίου 2009
Το παλίμψηστο πολίτευμα
Η διακηρυγμένη πρόσφατα πρόθεση του ΠΑΣΟΚ να προκαλέσει βουλευτικές εκλογές τον Μάρτιο του 2010, μη ψηφίζοντας υπέρ του προτεινόμενου από τη Νέα Δημοκρατία υποψηφίου για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας (δηλ. του σημερινού προέδρου Κάρολου Παπούλια), αποτελεί καθαυτή μια σεβαστή πολιτική επιλογή του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το παράδοξο έγκειται όμως στο ότι ταυτόχρονα το ίδιο κόμμα εξαγγέλλει ότι θα ψηφίσει υπέρ του ίδιου υποψηφίου μετά τη διενέργεια των βουλευτικών εκλογών. Πρόκειται εδώ για σαφή καταστρατήγηση των διατάξεων του άρθρου 32 του Συντάγματος, οι οποίες προβλέπουν την εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας με αυξημένη πλειοψηφία (δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών στις δύο πρώτες ψηφοφορίες ή έστω τριών πέμπτων στην τρίτη και τελευταία), και σε περίπτωση μη επίτευξης της πλειοψηφίας αυτής τη διάλυση της Βουλής και τη διενέργεια εκλογών, με προφανή σκοπό να αναδεικνύονται στο ύπατο αξίωμα πρόσωπα που συγκεντρώνουν μια όσο το δυνατόν ευρύτερη κοινωνική και πολιτική συναίνεση. Η συναίνεση αυτή είναι ευκταία προκειμένου να μπορεί στη συνέχεια ο Πρόεδρος να ανταποκριθεί ευχερέστερα στον υπερκομματικό και συμβολικό της εθνικής ενότητας ρόλο του. Σε καμία περίπτωση δεν αποσκοπεί το άρθρο 32 του Συντάγματος στην παροχή στην εκάστοτε αντιπολίτευση της δυνατότητας να προκαλεί τη διάλυση της Βουλής, όταν κρίνει ότι τούτο εξυπηρετεί το κομματικό της συμφέρον (αν και το τελευταίο μεταβαπτίζεται με περισσή ευκολία σε «εθνικό συμφέρον» από τα διψασμένα για κυβερνητική εξουσία κομματικά στελέχη).
Η προοιωνιζόμενη καταστρατήγηση της λογικής του άρθρου 32 του Συντάγματος από την αξιωματική αντιπολίτευση αποτελεί όμως απλά ένα ακόμη βήμα στον εξευτελισμό των συνταγματικών θεσμών, στον οποίο επιδίδονται από καιρό τα κόμματα εξουσίας. Ετσι π.χ. η κυβέρνηση επανειλημμένα, κατά την τελευταία βουλευτική σύνοδο, απέσυρε τους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος από τη Βουλή, προκειμένου να μη μετάσχουν στην προβλεπόμενη μυστική ψηφοφορία για τη συγκρότηση «προανακριτικής» επιτροπής, σχετικά με την ποινική ευθύνη μελών της ίδιας της κυβέρνησης! Καταστρατηγήθηκαν έτσι τα άρθρα 60 και 86 του Συντάγματος, αφού ουσιαστικά ματαιώθηκε, υπό την υπονοούμενη απειλή της διαγραφής όποιου βουλευτή τολμούσε να μετάσχει στην ψηφοφορία, όχι μόνο η μυστικότητα της τελευταίας, αλλά και η ελεύθερη έκφραση της γνώμης και ψήφου των βουλευτών, όπως και ο θεσμός της ποινικής ευθύνης των υπουργών. Μέσα σ' αυτό το νοσηρό κλίμα της συνεχούς κατάχρησης των θεσμών, η στάση του ΠΑΣΟΚ στο θέμα της επικείμενης προεδρικής εκλογής είναι αναμενόμενη.
Το χειρότερο πάντως δεν είναι η κατάχρηση του άρθρου 32 του Συντάγματος, αλλά η περιφρονητική αγνόηση του άρθρου 29, με την καταπάτηση κάθε έννοιας εσωκομματικής δημοκρατίας. Και τούτο διότι η απόφαση του ΠΑΣΟΚ να μην ψηφίσει υπέρ της υποψηφιότητας Παπούλια τον Φεβρουάριο του 2010, ώστε να προκαλέσει εκλογές τον Μάρτιο ( και στη συνέχεια να ψηφίσει Παπούλια τον Απρίλιο) δεν προέρχεται από συλλογικά όργανα του κόμματος, όπως π.χ. το Εθνικό Συμβούλιο ή η κοινοβουλευτική ομάδα, και μάλιστα ύστερα από ανταλλαγή απόψεων και ψηφοφορία, όπως θα ήταν εύλογο, αν το ΠΑΣΟΚ ήταν ένα δημοκρατικό ευρωπαϊκό κόμμα. Είναι μία απόφαση που λήφθηκε προσωπικά από τον αρχηγό του κόμματος και καλούνται τώρα να την υπερασπίσουν δημόσια οι πολιτικοί υποτελείς του, βουλευτές και λοιποί. Χαρακτηριστικό του κατήφορου στον οποίο βρίσκεται ο ελληνικός δημόσιος βίος είναι ότι ακόμη και ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ είχε εξαγγείλει την εκπληκτική αλλαγή πορείας στην προεδρική εκλογή του Μαρτίου του 1985 (Σαρτζετάκης αντί Καραμανλή) σε συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος. Αν και η τελευταία δεν ήταν ουσιαστικά τίποτε περισσότερο από μία σύναξη χειροκροτητών, πάντως η δεύτερη γενιά της παπανδρεϊκής πολιτικής δυναστείας τηρούσε τουλάχιστον κάποια προσχήματα συλλογικής λειτουργίας. Η σημερινή τρίτη γενιά τα θεωρεί πλέον περιττά και έτσι οι βουλευτές και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ πληροφορούνται τις προσωπικές αποφάσεις του Γιώργου Παπανδρέου από τα ΜΜΕ, όπως και το υπόλοιπο φιλοθεάμον κοινό.
Και από την άλλη πλευρά όμως, η απόφαση να προταθεί η υποψηφιότητα του σημερινού Προέδρου της Δημοκρατίας στην πρώτη του εκλογή, το 2005, λήφθηκε προσωπικά από τον πρωθυπουργό -κληρονομικό ηγεμόνα της Νέας Δημοκρατίας και ανακοινώθηκε αιφνιδιαστικά από τον ίδιο, σε τηλεοπτική εμφάνισή του. Τα συλλογικά όργανα και αυτού του κόμματος αγνοήθηκαν παντελώς, παρά την καίρια σημασία του ζητήματος της προεδρικής εκλογής.
Το γενικότερο συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ότι η λειτουργία των συνταγματικών θεσμών στην Ελλάδα καθίσταται ολοένα και πιο επιφανειακή. Κάτω από τη δημοκρατική αυτή επιφάνεια κρύβονται όμως, και ενισχύονται διαρκώς, εξουσιαστικές δομές φεουδαρχικού - δυναστικού χαρακτήρα, προσδίδοντας στο πολίτευμα τον χαρακτήρα παλίμψηστου. Η άποψη ότι δεν υπάρχει τίποτα το «αθέμιτο» στο να χρησιμοποιούνται οι συνταγματικοί κανόνες «για να εξυπηρετήσουν συγκυριακούς και κοντόφθαλμους πολιτικούς στόχους είτε της κυβέρνησης είτε της αντιπολίτευσης», με μόνη προϋπόθεση «να μην παραβιάζονται τυπικά οι συνταγματικές διαδικασίες» (Α. Μανιτάκης, «Ελευθεροτυπία» 21.7.2009) παρέχει επιστημονικοφανή κάλυψη στον εξευτελισμό αυτόν του πολιτεύματος. Αιδώς Αργείοι.
* Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Α.Π. Θεσσαλονίκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου