Τον Γιώργο

τον παιδικό φίλο και συμμαθητή, τον χαμογελαστό και μεγαλόψυχο συνάδελφο, τον στοργικό και γενναιόδωρο δάσκαλο, τον στρατευμένο στις αξίες της δημοκρατίας, της προστασίας του περιβάλλοντος και της ενοποίησης της Ευρώπης συνταγματολόγο ∙ τον σεμνό επιστήμονα και δημόσιο άνδρα που δεν κουράστηκε να πιστεύει ούτε να αγωνίζεται ανιδιοτελώς με τα γραπτά του και τον λόγο του για τον εκδημοκρατισμό και εκσυγχρονισμό των θεσμών, που δεν εξαργύρωσε τις δημόσιες υπηρεσίες του και δίδαξε με την πράξη του, βαδίζοντας αντίθετα στο ρεύμα της εξαχρείωσης, ότι ακαδημαϊκό και πολιτικό ήθος δεν είναι αταίριαστα.
Tον πρωτεργάτη και στυλοβάτη του Ομίλου «Αριστόβουλος Μάνεσης», τον μαθητή του Μάνεση που ενστερνίστηκε τη διδασκαλία του
Τα μέλη και οι φίλοι του Ομίλου δεν τον αποχωρίζονται, τον κρατάνε μέσα τους γιατί είναι κτήμα της πνευματικής τους κληρονομιάς.
____________________________________________________
Πώς να σε αποχαιρετήσω, Γιώργο μου γλυκέ, και πώς να σου μιλήσω, λίγους μόνο μήνες μετά τον αποχωρισμό της Γιώτας, όταν μοίρα κοινή και άδικη σας πήρε και τους δύο μαζί, λες και ήθελε να τιμωρήσει φίλους αγαπημένους, επειδή πίστεψαν ότι μπορούσαν, ως αιώνια νέοι, να αλλάξουν με τη θέλησή τους τη μοίρα τη δική τους και τα κακώς κείμενα του τόπου τους. Πώς να σε προσφωνήσω, Γιώργο μου γλυκέ και αγαπημένε, ως παιδικό φίλο και συμμαθητή στο Β’ Γυμνάσιο Αρένων, ως συμφοιτητή και συνάδελφο, ως ομότεχνο και ομότιτλο και ομογάλακτο μαθητή του Μάνεση; Πρωτόκλητος εσύ, ανέλαβες αμέσως μετά τη μεταπολίτευση να στήσεις μαζί του την έδρα του Συνταγματικού Δικαίου στη Θεσσαλονίκη και να βάλεις τα θεμέλια για ένα δημοκρατικό και συμμετοχικό πανεπιστήμιο. Για ποια από τα έργα σου να πρωτομιλήσω, τα ενυπόγραφα ή τα ανυπόγραφα; Αυτά που άρχισες ως διδάκτωρ Νομικής γράφοντας για την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου και το Κυπριακό πρόβλημα, που ποτέ δεν έπαψε να σε απασχολεί και να σε βασανίζει ή για αυτά με τα οποία τέλειωσες; Για την προστασία του περιβάλλοντος, την πιο ευγενή, την πιο σημαντική έγνοια σου, που άφησε ίχνη ανεξίτηλα και απτά, έντυπα και ηλεκτρονικά; Γλυκέ μου Γιώργο, το πήραμε το κείμενο σου, έκκληση, για το Περιβάλλον, λίγες μόνον εβδομάδες πριν φύγεις, και το αναρτήσαμε στην ιστοσελίδα του Ομίλου Μάνεσης, του Ομίλου που πρωτοστάτησες για την ίδρυσή του. Τα έργα σου, Γιώργο μου, τα συνταγματικά, πρόλαβες και τα συγκέντρωσες, με την τάξη που σε διακρίνει, σε δύο καλαίσθητους τόμους, μόνο που δεν προλάβαμε εμείς να σου πούμε πόσο ωφέλιμη και σπουδαία είναι για όλους μας και για την επιστημονική μας κοινότητα η έκδοσή τους. Για τη στοργή και φροντίδα που έδειξες στους μαθητές σου και συνεργάτες σου δεν θα μιλήσω, γιατί όλα αυτά και άλλα όμοια δεν τα έκανες από υποχρέωση αλλά από φυσικού σου και δεν σου άρεσε να μιλάς. Άφησε μου όμως να πω μόνο δύο λόγια για το ανυπόγραφο, δημόσιο, έργο σου, αυτό που νοιώσανε και αισθάνθηκαν τόσοι και τόσοι, που δεν είναι όμως γραμμένο πουθενά, γιατί δεν μίλησε γι΄ αυτό ο τύπος και η τηλεόραση. Είναι χαραγμένο διακριτικά στον κορμό της ίδιας της Ελληνικής Πολιτείας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, σε νομοσχέδια για τον εκλογικό νόμο, την τοπική αυτοδιοίκηση, για τις Ανεξάρτητες Αρχές και άλλα πολλά, που δεν γνωρίζω, και βέβαια στις συζητήσεις για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Τις προσπάθειές σου όμως Γιώργο μου, την δεκαετία του 90, τις απορρόφησαν κυρίως οι διαδικασίες για την ενοποίηση της Ευρώπης, το μεγάλο σου όραμα, επειδή συμμετείχες ενεργά στις διεργασίες και στις επιτροπές για την Χάρτα των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων και το Σύνταγμα της Ευρώπης, για το οποίο άσκοπα και αδέξια σε πίκρανα, τότε, με τη στάση μου. Για αυτά που έκανες, σεμνά και αθόρυβα, μακριά από τα εφήμερα φώτα της μάταιης δημοσιότητας, ως υπηρέτης σεμνός και ανιδιοτελής μιας δημοκρατικής Πολιτείας, όπως σου άρεσε να την αποκαλείς, δεν μπορεί να γίνει καταγραφή, γιατί είναι πολλά και η συμβολή σου δεν αποτιμάται και μάλιστα με λόγια. Ησύχασε, Γιώργο μου γλυκέ, έκανες περισσότερα από όσα μπορούσες. Οι χάρες, οι θεσμικές που προσέφερες είναι περισσότερες από τις προσωπικές. Δεν είναι μόνον οι μαθητές και συνεργάτες σου, που ευεργετήθηκαν από την θέρμη της ψυχής σου, είναι οι θεσμοί που γνώρισαν τη δωρεά της έμπνευσής σου. Και όλα αυτά τα θαυμαστά και σπουδαία, που με απέραντη καλοσύνη και σπάνια γενναιοδωρία, με εντιμότητα και ταπεινοφροσύνη, προσέφερες, τα έπραξες -το ξέρουμε όλοι εμείς- με την συνδρομή και την αμέριστη συμπαράσταση της Άννας, της λατρεμένης Αννούλας σου, του ατελείωτου έρωτά σου, με την οποία συμμερίστηκες, πάνω από τριάντα χρόνια, όχι μόνον τα προσωπικά σου σχέδια και όνειρα αλλά και τις σκέψεις και τις ιδέες σου για τον τόπο και τα κοινά. Ησύχασε, Γιώργο μου γλυκέ, έκανες πολλά. Μπορεί η Ελλάδα να μην εκσυγχρονίστηκε και να μην έγινε, όπως ήθελες μια χώρα, καθόλα ευρωπαϊκή. Έγιναν όμως αρκετά, όλα αυτά τα χρόνια. Και ύστερα, Γιώργο μου, θα πρέπει να το κατάλαβες, δεν αλλάζει ο πολιτικός και κοινωνικός βίος μιας Πολιτείας με νόμους και συνταγματικές αναθεωρήσεις, αλλά με το παράδειγμα δημόσιων ανδρών σαν και σένα. Έδειξες με το παράδειγμα σου ότι απέναντι στην Ελλάδα του θεάματος και του αγοραίου εντυπωσιασμού, της εξαχρείωσης και της παρακμής, υπάρχει και μια Ελλάδα της ουσίας και της εντιμότητας, της αποτελεσματικής προσφοράς και της καλοσύνης. Έδειξες έμπρακτα ότι υπάρχουν επιστήμονες και θεωρητικοί που έχουν πρακτικό μυαλό, ότι υπάρχουν -ναι υπάρχουν- πανεπιστημιακοί δάσκαλοι που ασχολούνται με τα δημόσια πράγματα χωρίς να πολιτεύονται και δημόσιοι άνδρες που προσφέρουν χωρίς να περιμένουν ανταπόδοση, επειδή απλά αισθάνονται χαρά να δίνουν. Ησύχασε Γιώργο μου, τα πρόλαβες όλα, η πνευματική και ψυχική κληρονομιά που αφήνεις στον Αλέξανδρό σου, είναι τεράστια, το βλέμμα του ωρίμασε σε μια μόνο μέρα και δείχνει ότι είναι έτοιμος, λες και ήταν έτοιμος από παλιά, να πάρει τη σκυτάλη της ζωής στα χέρια του, πλήρης από την αγάπη σας, με την στοργή της Άννας και με την αγάπη των πιστών φίλων σου και του πνευματικού του πατέρα, του ανάδοχου του. Ησύχασε Γιώργο μου, αύριο, επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη, θα πάω στα κοιμητήρια και θα επισκεφτώ μαζί με τον Μιχάλη, τον αδελφό σου, την κυρία Ρούλα, που είναι ακόμη εκεί και περιμένει και θα της πω ότι το καμάρι της, το χαμογελαστό παλληκάρι της εισήλθε με τις δικές του τις δυνάμεις στο Πάνθεον των αθανάτων, για την ευγένεια της ψυχής του, πριν από όλα.
Επικήδειος λόγος που εκφωνήθηκε από τον Αντώνη Μανιτάκη, εκ μέρους του Νομικού Τμήματος του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και του Ομίλου ‘Αριστόβουλος Μάνεσης’